Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017

Γνωμοδότηση του κ. Καζάκου για την απεργία – αποχή από την αξιολόγηση



Η γνωμοδότηση του Ομότιμου Καθηγητή Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Α. Καζάκου, για το ζήτημα της απεργίας – αποχής από την αξιολόγηση και για τη συμμετοχή στις διαδικασίες επιλογής και τοποθέτησης προϊσταμένων.
Η τελική απάντηση στο ερώτημα που ετέθη από την Α.Δ.Ε.Δ.Υ. είναι η ακόλουθη:
«Το τελικό συμπέρασμα των αναλύσεων που προηγήθηκαν είναι ότι οι υπάλληλοι δεν μπορούν να διωχθούν ή να τους επιβληθούν κυρώσεις κάθε είδους, επομένως ούτε η κύρωση του άρθρου 36 παρ. 4 ν. 4489/2017 λόγω της συμμετοχής τους στην απεργία της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., όσο αυτή συνεχίζεται και καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας, σε αρμονία με τη θεμελιώδη απόφαση της ΟλΑΠ 27/2004. Όσο η απεργία παράγει το ανασταλτικό αποτέλεσμά της σε σχέση με τα καθήκοντα των υπαλλήλων / απεργών η αποχή τους από τις διαδικασίες αξιολόγησης είναι καθόλα νόμιμη.
Σε περίπτωση τώρα που η απεργία συνεχιστεί και μετά την παύση του τεκμηρίου νομιμότητας, δηλαδή μετά την τελεσιδικία της απόφασης που αναγνωρίζει, τυχόν, παράνομο χαρακτήρα της απεργίας, στους υπαλλήλους που, τυχόν, θα συμμετάσχουν σε αυτή δεν μπορεί να επιβληθεί η στέρηση συμμετοχής των αξιολογητών των υπαλλήλων σε διαδικασίες επιλογής και τοποθέτησης προϊσταμένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3528/2007 και του ν. 3584/2007 ή σύμφωνα με άλλες γενικές ή ειδικές διατάξεις, αν υπαιτίως δεν εκπληρώνουν την υποχρέωση αξιολόγησης των υφισταμένων τους (άρθρο 36 παρ. 4 ν. 4489/2017). Ο τιμωρητικός χαρακτήρας της εδώ εξεταζόμενης διάταξης την εντάσσει στο σύστημα των αρχών που πρέπει να τηρούνται σε κάθε περίπτωση τιμώρησης, ποινικής ή πειθαρχικής. Επομένως, τυχόν επιβολή της στέρησης συμμετοχής των αξιολογητών των υπαλλήλων σε διαδικασίες επιλογής και τοποθέτησης προϊσταμένων προσκρούει στις συνταγματικές διατάξεις στις οποίες θεμελιώνονται οι αρχές του πειθαρχικού δικαίου, ουσιαστικές και δικονομικές, και επομένως η διάταξη του άρθρου 36 παρ. 4 ν. 4489/2017 δεν μπορεί να εφαρμοστεί λόγω αντίθεσης στις διατάξεις του Συντάγματος που παρατέθηκαν παραπάνω. Οι υπάλληλοι που, τυχόν, συνεχίζουν μια απεργία και μετά την τελεσίδικη δικαστική διάγνωση του παράνομου χαρακτήρα της έχουν αξίωση, εάν διωχθούν, να κριθούν με βάση τις διατάξεις του πειθαρχικού δικαίου του ΥπαλλΚώδικα (άρθρα 106 επ.), με την τήρηση όλων των εγγυήσεων υπέρ των πειθαρχικά διωκομένων και ιδίως των αρχών, ουσιαστικών και δικονομικών, του πειθαρχικού δικαίου. Άλλωστε, στο ισχύον πειθαρχικό δίκαιο η στέρηση συμμετοχής του άρθρου 36 παρ. 4 ν. 4489/2017 δεν περιλαμβάνεται στις πειθαρχικές ποινές του άρθρου 109 παρ. 1 ΥπαλλΚώδικα. Επομένως δεν θα μπορούσε να επιβληθεί μια τέτοια κύρωση στους υπαλλήλους, ακόμη και αν ακολουθούνταν η πειθαρχική διαδικασία, γιατί αυτό θα ήταν αντίθετο προς την αρχή nullum crimen nulla poena sine lege certa που θεμελιώνεται στο άρθρο 7 παρ. 1 Σ.»

Την γνωμοδότηση μπορείτε να την αντλήσετε και από εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια: